Για τις Διαταραχές Αυτιστικού Φάσματος θα μπορούσε να λεχθεί αρχικά ότι το άτομο διατηρεί μια διαταραγμένη – περιορισμένη σχέση με το περιβάλλον του. Φαίνεται σαν να συγκρατεί τον εαυτό του μέσα σε ένα καλά σφραγισμένο κέλυφος το οποίο είναι αδιαπέραστο από την εξωτερική πραγματικότητα.
Με βάση όσα ισχύουν έως σήμερα, ο αυτισμός οφείλεται σε ελαττωματική λειτουργία του κεντρικού νευρικού συστήματος εξαιτίας προγεννητικών, περιγεννητικών και μεταγεννητικών αιτιών, με συνέπεια να αναπτύσσονται σοβαρές ανεπάρκειες στο νοητικό, συναισθηματικό και κοινωνικό τομέα. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει ότι όλα τα στοιχεία και οι ικανότητες που συνοδεύουν αυτούς τους τομείς έχουν υποστεί γενική βλάβη κατά τον ίδιο τρόπο σε βαθμό και έκταση.
Οι ειδικοί ψυχικής αγωγής που ασχολούνται με τον αυτισμό, στην προσπάθειά τους να κατακτήσουν τις ψυχικές ιδιαιτερότητες των αυτιστικών ατόμων καταπιάνοντας τόσο με τις ψυχικές λειτουργίες που έχουν υποστεί τη μεγαλύτερη βλάβη όσο, και κυρίως, με τον προσδιορισμό και την εύρεση εκείνων των ικανοτήτων και δυναμικών που παρουσιάζουν τους μικρότερες αλλοιώσεις ώστε να αποτελέσουν τα μέσα και τα εργαλεία για μια εξατομικευμένη παρέμβαση.
Ετσι, λοιπόν, είναι πλέον κοινά αποδεκτό ότι κάθε αυτιστικό άτομο οποιαδήποτε ηλικίας, δύναται να βελτιώσει και να τροποποιήσει τα ελλειμματικά πεδία του ψυχισμού του και της συμπεριφοράς του, αρκεί οι υποστηρικτικές παρεμβάσεις να γίνονται όσο το δυνατόν πιο πρώιμα ηλικιακά και οι άνθρωποι που συμμετέχουν σε αυτές τις παρεμβάσεις (γονείς, εκπαιδευτικοί, ειδικοί ψυχικής υγείας), να είναι οπλισμένοι με γνώση, υπομονή και επιμονή.